Κρίση σημαίνει λεηλασία!Παρέμβαση στο μετρό Συγγρού-Φιξ.

Μικροφωνική παρέμβαση πραγματοποιήθηκε το απόγευμα της Τρίτης στο μετρό Συγγρού-Φιξ, στο Κουκάκι. Αναρτήθηκε πανό (“κρίση σημαίνει λεηλασία, πόλεμο στον πόλεμο των αφεντικών”) και μοιράστηκαν προκηρύξεις για την οικονομική κρίση και την τρομοκρατία σε διερχόμενους και θαμώνες των γύρω μαγαζιών.

Η προκήρυξη που μοιράστηκε για την οικονομική κρίση (αποτέλεσμα μίας σειράς συλλογικών συζητήσεων που προηγήθηκαν με άλλους συντρόφους και συντρόφισσες):

Να σαμποτάρουμε την κοινωνική συναίνεση!

Η συνθήκη της οικονομικής κρίσης δεν είναι πρωτοφανής και λόγω της ίδιας της φύσης του καπιταλιστικού συστήματος, ούτε απρόβλεπτη. Έπειτα από μια σχετικά μακροχρόνια περίοδο οικονομικής «ανάπτυξης» και συσσώρευσης κερδών, το παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα ( και μαζί μ’ αυτό και το ελληνικό) έχει εισέλθει σ’ έναν κύκλο ύφεσης και κρίσης. Μια κρίση που παίρνει σάρκα και οστά – τόσο εγχώρια όσο και παγκοσμίως- με τη συστηματική πίεση από την πλευρά της κυριαρχίας προς την κοινωνία και ειδικότερα προς τα χαμηλότερα και μεσαία κοινωνικά στρώματα έτσι ώστε να πειστούν ότι για να ξεπεραστεί αυτή η κρίση θα πρέπει να αποδεχτούν ακόμη πιο σκληρά μέτρα εκμετάλλευσης και οικονομικής αφαίμαξης τους.

Από τη δεκαετία του ’90 και με δεδομένη την κατάρρευση του ανατολικού μπλοκ κυριαρχίας, το ελληνικό κράτος και τα εγχώρια αφεντικά απέκτησαν έναν αναβαθμισμένο ρόλο στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων και της νοτιοανατολικής Μεσογείου. Η «ανάπτυξη» και η επέκταση των ελληνικών επιχειρήσεων σε γειτονικές χώρες, το ιδεολόγημα του «εκσυγχρονισμού» και η διοργάνωση της ολυμπιάδας του 2004 ως απτής απόδειξης αυτού του αναβαθμισμένου ρόλου τους, αποτελούν μερικά από τα χαρακτηριστικότερα σημεία αυτής της περιόδου. Παράλληλα, η ελληνική κοινωνία αρχίζει να ανακαλύπτει μαζικά τον “παράδεισο” των δανείων και την πίστωση που τόσο απλόχερα και αβασάνιστα της προσέφεραν οι τράπεζες για να διευκολύνουν την κινητικότητα της αγοράς και να “ενισχύσουν” τις καταναλωτικές ανάγκες της. Δημιουργήθηκαν λοιπόν από το πουθενά χρήματα με τη μορφή καταναλωτικών δανείων, διακοποδάνειων, εορτοδάνειων κ.α  Ο καθένας και η καθεμία ανεξαρτήτως εισοδήματος και οικονομικού status μπορούσε να αποκτήσει ό,τι “επιθυμούσε”, με τη βοήθεια του πλαστικού χρήματος χωρίς να αντιλαμβάνεται καν ότι βάζει το χέρι στην τσέπη. Φτάνουμε λοιπόν στο σημείο όπου ένα πολύ μεγάλο μέρος του πληθυσμού  είναι χρεωμένο στις τράπεζες. Τα δάνεια σταματούν να χορηγούνται αφού η αποπληρωμή τους καθίσταται όλο και πιο δύσκολη και παρατηρείται το τέλος της ρευστότητας στην αγορά. Ο πληθυσμός οδηγείται από τον καταναλωτικό “παράδεισο” στην πιστωτική “κόλαση”.

Η καπιταλιστική μηχανή φαίνεται να είναι ανίκανη να προσφέρει στους εργαζόμενους την ευημερία που τους έχει υποσχεθεί. Η αξιοπιστία της καταρρέει με αποτέλεσμα να δημιουργείται έλλειψη εμπιστοσύνης και μια αδυναμία να διατηρήσει τη διαχείριση της εξουσίας. Έτσι βλέπει ν’ απειλείται η ίδια της η συνέχεια και ύπαρξη. Μεγάλα κοινωνικά κομμάτια αμφισβητούν πλέον ανοιχτά και δεν εμπιστεύονται τις δομές της κυριαρχίας, ξεκινώντας από τους ίδιους τους θεσμούς, τις αξίες και τις ιδεολογίες, αφού δεν προσφέρουν πια κανένα εχέγγυο. Είναι πια διάχυτη η ανασφάλεια της κοινωνίας καθώς ανακαλύπτει ότι οι μηχανισμοί που μέχρι σήμερα διαχειρίζονταν τις ζωές της, φαίνεται να καταρρέουν. Η στήριξη στους παραδοσιακούς μηχανισμούς διαμεσολάβησης ανάμεσα στα αφεντικά και την κοινωνία τείνει να αρθεί είτε από αδιαφορία είτε από τη συνείδηση ότι αυτά που εξυπηρετούν κάθε άλλο παρά στηρίζουν την ευημερία. Επίσης, οι μηχανισμοί χειραγώγησης φαίνονται ανίκανοι να αναχαιτίσουν το κύμα δυσφορίας που αναπτύσσεται στα μεσαία και χαμηλότερα κοινωνικά κομμάτια που πλέον φαίνονται να ανησυχούν σοβαρά για το τι τους επιφυλλάσει το μέλλον.

Το κλίμα φόβου και ανασφάλειας ενισχύεται και από τα μμε που υποβάλλουν κυριολεκτικά το αίτημα για συμβιβασμό και συναίνεση στους σχεδιασμούς του κράτους και των αφεντικών και στην καταστολή όσων αγωνίζονται. Σκοπός τους είναι, μέσα από το μονοπώλιο και τον καταιγισμό της προπαγάνδας που έχουν εξαπολύσει, να διασπάσουν όλους αυτούς που πλήττονται και να τους εμποδίσουν από το ν’ αυτοοργανωθούν και να αντιδράσουν. Ως πιστά φερέφωνα του κράτους και των αφεντικών, προσπαθούν να περάσουν την πεποίθηση ότι οι διαχειριστές της εξουσίας κάνουν ό,τι μπορούν για να σώσουν την κοινωνία αλλά ότι το έργο τους εμποδίζεται είτε από «αόρατους κερδοσκόπους» και «κακούς τραπεζίτες» είτε από τα αγωνιζόμενα κομμάτια της κοινωνίας, που πολλές φορές τους αποδίδεται ο ρόλος του εσωτερικού εχθρού.

Είναι φανερό ότι η επιταγή για κοινωνική συναίνεση είναι απαραίτητη για την επιβίωση της κυριαρχίας. Κοινωνική συναίνεση, λοιπόν, ζητείται σε διάφορα επίπεδα. Πρώτα από όλα, στο πεδίο της οικονομίας η επίθεση των κυρίαρχων είναι πρωτοφανής. Εργασιακά δικαιώματα και κατακτήσεις αιώνων καταστρατηγούνται, κόβονται συντάξεις, επιδόματα και μισθοί, προωθείται το μοντέλο του ενοικιαζόμενου εργαζόμενου, νομιμοποιούνται ακόμα και στο δημόσιο οι μαζικές απολύσεις, αυξάνονται τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης, καταργούνται οι υπερωρίες, επιβάλλεται η συνθήκη του εργαζόμενου-λάστιχο με βάση τις ανάγκες των αφεντικών. Η κυριαρχία ξέρει ότι η κοινωνική συναίνεση στις δεδομένες συνθήκες δεν είναι εύκολο να επιτευχθεί. Έτσι προσπαθεί να την αποσπάσει επικαλούμενη διάφορες «απειλές». Από τον εσωτερικό εχθρό, την “τρομοκρατία” και την εγκληματικότητα έως τον κίνδυνο μη διασφάλισης της εθνικής κυριαρχίας. Πατώντας πάνω στα εθνικά ιδεώδη των συντηρητικών κομματιών και με την πολιτική στήριξη των παγκόσμιων εταίρων της, φτάνει να χαρακτηρίσει εχθρούς της πατρίδας, όσους στηρίζουν τις απεργιακές κινητοποιήσεις και αντιστέκονται έμπρακτα στα σχέδια τους, προσπαθώντας να απαξιώσει κάθε οργάνωση από τα κάτω.

Παράλληλα, η καταστολή εφαρμόζεται ενάντια σε όσους μπαίνουν εμπόδιο στην επίτευξη αυτής της κοινωνικής συναίνεσης. Από τις διώξεις (κλήτευση για κατάθεση σε αγωνιστές για την περίπτωση του προπηλακισμού του προέδρου της γσεε από μεγάλο κομμάτι του κόσμου στο απεργιακό συλλαλητήριο της 5/03), τους ξυλοδαρμούς και τις προφυλακίσεις διαδηλωτών που συμμετέχουν δυναμικά σε απεργιακές κινητοποιήσεις (προφυλάκιση του Μάριου Ζέρβα στις 11/03 και αποφυλάκιση του στις 22/04)  και φανερά πλέον αποδοκιμάζουν τα πουλημένα συνδικάτα και τους εργατοπατέρες,  από τις «σκούπες» σε μετανάστες με σκοπό την εκκαθάρισή τους, από την πρωτοφανή αστυνόμευση και τα νέα σώματα ασφαλείας που συστήνονται. Η καταστολή είναι επίσης ένα μέσο παραδειγματισμού και εκφοβισμού για όσους σκέφτονται ν’ αυτοοργανωθούν και να αγωνιστούν.

Σε ότι αφορά τους μετανάστες – που αποτελούν το πιο υποτιμημένο κομμάτι των προλετάριων- το κράτος στη σοσιαλδημοκρατική εκδοχή του χρησιμοποιεί το -ούτως ή άλλως- ρατσιστικό νομοσχέδιο για την ιθαγένεια ως ένα καταπραϋντικό φάρμακο μέσα από το οποίο εκβιάζει την πειθάρχησή τους και νομιμοποιεί τη «μηδενική ανοχή» απέναντι στα «λαθραία» και ανυπότακτα κομμάτια τους. Παραδείγματα αγώνα όπως εκείνα των ασιατών εργατών γης στη Μανωλάδα Ηλείας, των αιγύπτιων αλιεργατών στη Μηχανιώνα Χαλικιδικής, των αφρικάνων μικροπωλητών στο κέντρο της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης και στιγμές εξέγερσης όπως εκείνες του Μαϊου του 2009 στην Αθήνα μ’ αφορμή το σκίσιμο κορανιού από μπάτσους ή όπως εκείνες του Αυγούστου του 2007 στη Θεσσαλονίκη μ’ αφορμή τη δολοφονία του μικροπωλητή Τόνι Όνουα κατά τη διάρκεια καταδίωξης του από μπάτσους, πρέπει να σβηστούν – με το καλό ή το άγριο- από το συλλογικό φαντασιακό όλων των μεταναστών και όλων των καταπιεσμένων.

Φαίνεται, λοιπόν, καθαρά πόσο πολυπόθητη είναι για την κυριαρχία η κοινωνική συναίνεση για την εφαρμογή των μέτρων που παίρνονται στο πεδίο της οικονομίας. Σκοπός της είναι να μετριαστούν οι συνέπειες της κρίσης για τα αφεντικά και να διατηρηθούν τα κέρδη τους (πετυχαίνοντας υψηλές φορολογήσεις των μεσαίων και χαμηλών στρωμάτων). Στον εργασιακό τομέα επιδιώκουν να δημιουργήσουν τις βάσεις για ακόμα πιο ευνοϊκές συνθήκες εκμετάλλευσης των εργαζομένων στο μέλλον.

Ο πόλεμος που έχει κηρύξει η κυριαρχία στην κοινωνία με βασικό της εργαλείο το δόγμα του «διαίρει και βασίλευε», έχει οδηγήσει κάποια κοινωνικά κομμάτια να ασπάζονται τις κυρίαρχες αξίες καθώς φαίνεται να καταφεύγουν στην εξατομίκευση, προσπαθώντας να διασώσουν και τα λίγα που θεωρούν ότι τους έχουν απομείνει. Μέσα στο χώρο της δουλειάς  είναι έτοιμοι να συμβιβαστούν, να υιοθετήσουν την αντίληψη «ο θάνατός σου, η ζωή μου», να προδώσουν κάθε εργατικό και κοινωνικό κεκτημένο, με αντάλλαγμα τη δική τους «ανάσταση». Αυτό οδηγεί στη συντηριτικοποίηση αυτών των κομματιών αφού αδυνατούν να αντιληφθούν πως ακόμα και αν τη γλιτώσουν σήμερα, καθίστανται ευάλωτοι στο προσεχές μέλλον. Ένα μικρό κομμάτι από αυτούς που συντηριτικοποιούνται,  μη θέλοντας να δεχτούν ότι τα δεινά τους προέρχονται από τις κυρίαρχες δομές, υιοθετεί ακραίες αντιλήψεις, ξενοφοβικού, ρατσιστικού και πατριωτικού-εθνικιστικού περιεχομένου και βλέπει τον εχθρό δίπλα του, ανάμεσα στα πιο εξαθλιωμένα κομμάτια της κοινωνίας.

Υπάρχουν όμως και κοινωνικά κομμάτια που αρχίζουν να αντιλαμβάνονται ότι το παιχνίδι που παίζεται εις βάρος τους είναι στημένο και δε πέφτουν στην παγίδα της εξατομίκευσης αλλά αναζητούν νέους τρόπους οργάνωσης για να αντισταθούν στην επίθεση που δέχονται. Αρνούνται να δεχτούν διαμεσολαβητές στη ζωή τους και από τη βάση τους δημιουργούν εστίες αγώνα είτε σε τοπικό επίπεδο είτε σε επίπεδο μαζικών διεκδικήσεων, επιδιώκοντας παράλληλα να παρέμβουν με τρόπους αντιπληροφόρησης και δράσης που δε διαβρώνονται και δε παραποιούνται από τα καθεστωτικά μέσα. Έννοιες όπως αυτές της αυτοοργάνωσης, της αλληλεγγύης και της σύγκρουσης ακούγονται όλο και περισσότερο από τα κομμάτια εκείνα που δεν τρώνε το παραμύθι της κοινωνικής συναίνεσης. Αντιλαμβάνονται ότι ο εχθρός δεν είναι ανάμεσα στα εξαθλιωμένα κοινωνικά κομμάτια αλλά μέσα στα υπουργεία, στα οικονομικά επιτελεία, στις τράπεζες και τα θωρακισμένα αυτοκίνητα, στα εκκλησιαστικά και δικαστικά μέγαρα και ανάμεσα στα παπαγαλάκια των μμε, στους ξεπουλημένους εργατοπατέρες και σε όλους όσοι τους στηρίζουν και τους ενισχύουν.

Η κοινωνική και ταξική εξέγερση του Δεκέμβρη του ’08 – που έφερε στην επιφάνεια τη συσσωρευμένη οργή μεγάλων κοινωνικών κομματιών-  τρόμαξε τόσο την κυριαρχία όσο και το αντιδραστικό κομμάτι της κοινωνίας. Μετά το Δεκέμβρη όλος ο ακροδεξιός, ρατσιστικός και εθνικόφρονας συρφετός στοχοποιεί και καταδεικνύει κυρίως τους ασιάτες και αφρικανούς μετανάστες αλλά και τα ριζοσπαστικά κοινωνικά κομμάτια που αγωνίζονται ως υπαίτιους για τα δεινά της οικονομίας και την κατάρρευση των παραδοσιακών αξιών, αποδίδοντάς τους το χαρακτηρισμό του εσωτερικού εχθρού. Κατά αυτό τον τρόπο, προσπαθούν να αποπροσανατολίσουν την κοινωνία από τους κύριους υπαίτιους των προβλημάτων και πουλούν την συναίνεσή τους με αντάλλαγμα την εκπλήρωση των δικών τους επιδιώξεων.

Δεν είναι τυχαίο που η επίθεση των αφεντικών στους εργαζόμενους ξεκίνησε από τον εύκολο στόχο των δημόσιων υπαλλήλων, ενός πεδίου που χαρακτηρίζεται από έντονο συντεχνιακό πνεύμα θεωρώντας ότι θα εξασφαλίσουν πιο εύκολα τη συναίνεση από την υπόλοιπη κοινωνία. Προσπαθούν να κατακερματίσουν τις διεκδικήσεις εμποδίζοντας έναν ενιαίο χαρακτήρα που θα μπορούσαν να πάρουν και διαχωρίζουν τους εργαζόμενους σε προνομιούχους (δημόσιος τομέας) και σε αυτούς που φαινομενικά δε θα θιχτούν (ιδιωτικός), προαναγγέλλοντας έτσι μια εξίσωση του δημόσιου με τον ιδιωτικό τομέα στον οποίο έτσι και αλλιώς τα εργασιακά δικαιώματα καταστρατηγούνται εδώ και δεκαετίες.

Μέσα σ’ αυτή τη συνθήκη του κοινωνικού-ταξικού πολέμου προτάσσουμε τις αξίες της αυτοοργάνωσης, της αντίστασης και της αλληλεγγύης. Δεν επιτρέπουμε σε κανέναν εργατοπατέρα να αποφασίζει το ξεπούλημα μας στ’ αφεντικά και παίρνουμε τις τύχες των αγώνων μας στα δικά μας χέρια. Δε συμβιβαζόμαστε με τη λογική του «μικρότερου κακού» και συγκρουόμαστε με το κράτος, τα αφεντικά, τους πραίτορες και τα παπαγαλάκια τους. Βρισκόμαστε συνειδητά απέναντι και ενάντια στο νέο «εθνικό κορμό» γιατί γνωρίζουμε ότι οι καταπιεσμένοι και οι εκμεταλλευόμενοι δεν έχουν πατρίδα αλλά κοινά συμφέροντα και επιδιώξεις. Στεκόμαστε αλληλέγγυοι με τα κοινωνικά κομμάτια που δε σκύβουν το κεφάλι και δε μοιρολατρούν αλλά επιλέγουν το δρόμο της αξιοπρέπειας και της συλλογικοποίησης του αγώνα.

Αγωνιζόμαστε ενάντια στο κράτος και τον καπιταλισμό για έναν κόσμο χωρίς αφέντες και δούλους, χωρίς καταπιεστές και καταπιεσμένους και χωρίς εκμεταλλευτές και εκμεταλλευόμενους.

Η κρίση τους να γίνει ο τάφος τους!

Αντίσταση-αυτοοργάνωση-κοινωνική/ταξική αλληλεγγύη

Απεργία 5 Μάη. Όλοι στους δρόμους!

Όψεις της αναμόρφωσης του πεζόδρομου της Δράκου

Πεζόδρομος της Δράκου, σε κόκκινο κύκλο τα πετσοκομμένα δέντρα.

Παρακάτω δημοσιεύουμε μία ανοιχτή επιστολή που βρήκαμε τοιχοκολλημένη στο Κουκάκι, στον πεζόδρομο της Δράκου.

Ανοιχτή επιστολή στον ιδιοκτήτη του καφέ-μπαρ Οrange Green, γωνία Δράκου και Δημητρακοπούλου, στο Κουκάκι.

Εσύ έχεις την τύχη να έχεις τρία πολύ όμορφα δέντρα έξω από το μαγαζί σου, όπως έχουν όλα τα μαγαζιά στην οδό Δράκου. Από αυτά τα δέντρα έχουν και επαγγελματικό όφελος γιατί δημιουργούν ευχάριστο περιβάλλον για τους ίδιους και τους πελάτες τους. Όμως, εσύ προτίμησες να φτειάξεις τέντες που μοιάζουν με τις καρέκλες σου και που για να ανοίγουν έπρεπε να μετατρέψεις τα δέντρα σε κούτσουρα. Φαντάσου, αν όλοι οι καταστηματάρχες στην οδό Δράκου έκαναν το ίδιο, πως θα ήταν ο δρόμος. Φαντάσου, επίσης, τί συνέπειες θα είχε για σένα αν κάποιος σου έκοβε το φαί, το νερό, το κατούρημα, το χέσιμο. Μπορεί να μην είχε καθόλου αρνητικές συνέπειες για το «κοινωνικό σύνολο» – σε αντίθεση με τα δέντρα – παρόλα αυτά, θα ήταν ολέθριες οι συνέπειες για σένα. Η άνοιξη μας ήρθε και όλα τα φυλλοβόλα δέντρα χαρούμενα και φουριόζικα βγάζουν τα καινούργια τους φύλλα… Όλα; Όχι όλα! Τρία κακόμοιρα, γωνία Δράκου και Δημητρακοπούλου, τα ευνουχίζει κάποιος… θου, κύριε, φυλακήν τω στόματί μου!!! Να εύχεσαι, όπως ευχόμαστε όλοι μας, και αυτά τα τρία δέντρα, μαζί με όλα τα άλλα, να βγάλουν φύλλα εφέτος και να είναι χαρούμενα μαζί μας.

Ο καλός θεός έχει πλάσει τα φυτά για να κάνουν φωτοσύνθεση με τα φύλλα τους, με όλες τις ευεργετικές επιδράσεις για εσένα, για εμένα, για όλους μας! Κάτι θα έχεις ακούσει… Αν, τώρα, κάποιος κόβει τα φύλλα από τα δέντρα, τότε αυτά τα κακόμοιρα δεν κάνουν φωτοσύνθεση, δε μπορούν να παράξουν χυμούς (κάτι σαν το αίμα μας) και στο τέλος πεθαίνουν.

Εμείς, απλά να υπενθυμίσουμε κάτι που είχαμε τονίσει και στο πρώτο φύλλο της εφημερίδας, τον Απρίλιο του 2009: «Η εμπορική αξία της Δράκου έχει ανέβει μετά τη δημιουργία σταθμού του μετρό. Κάθε φορά που ο πεζόδρομος αναμορφώνεται τα παγκάκια λιγοστεύουν». Και τα δέντρα, όπου δε χρησιμεύουν για ντεκόρ, πετσοκόβονται, θα προσθέταμε τώρα.

Εδώ μπορείτε να διαβάσετε εκείνο το άρθρο.