Αναφορικά με τα γεγονότα του Σαββάτου 5 Δεκέμβρη, στο Κερατσίνι.

sigentrosi_resalto

Το απόγευμα της Τετάρτης, κατά τη διάρκεια του τακτικού ανοίγματος του στεκιού, στήθηκε μικροφωνική και μοιράστηκε στη γειτονιά  κείμενο για τα γεγονότα των τελευταίων ημερών:

Βρισκόμαστε ένα χρόνο μετά τη δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου από τον ειδικό φρουρό Κορκονέα, ένα χρόνο μετά την κοινωνική εξέγερση που ξέσπασε ήδη από το ίδιο βράδυ της έκτης του Δεκέμβρη και διήρκησε για έναν ολόκληρο μήνα, βυθίζοντας σε απελπισία τους διαχειριστές της εξουσίας σε ολόκληρη την Ευρώπη. Βρισκόμαστε στο σημείο μηδέν για το οικονομικό και πολιτικό σύστημα, που δοκιμάζει τη χειρότερη κρίση νομιμοποίησης εδώ και έναν αιώνα. Βρισκόμαστε σε εκείνο το σημείο, απ’ όπου οι εξεγερμένοι και οι εξεγερμένες του Δεκέμβρη του 2008 απειλούν να εφορμήσουν και να καταστρέψουν το κλίμα κοινωνικής συναίνεσης που με κόπο και δάκρυα προσπαθεί να εγκαταστήσει στους δρόμους των πόλεων ολόκληρο το σώμα των πολιτικών υπερασπιστών της εκμετάλλευσης και της καταπίεσης. Σε αυτό ακριβώς το σημείο, το Κράτος επιλέγει να κάνει φανερές τις προθέσεις του, επιστρατεύοντας την προκλητική αδιαλλαξία του Υπουργού Δημόσιας Τάξης (που, στην προσπάθειά του να νομιμοποιήσει τη θέση του ως πολιτικού προϊσταμένου δολοφόνων, μετονόμασε τον εαυτό του σε Υπουργό Προστασίας του Πολίτη).

Το Σάββατο 5/12, δυνάμεις των ΜΑΤ, συνεπικουρούμενες από δεκάδες ασφαλιτών, σπάζουν την πόρτα του αναρχικού στεκιού Ρεσάλτο, που λειτουργεί εδώ και μια πενταετία στο Κερατσίνι ως ανοιχτός κοινωνικός χώρος, με παρεμβάσεις και εκδηλώσεις για ζητήματα που αφορούν την περιοχή και όχι μόνο. Εκείνη τη στιγμή στο χώρο βρίσκονταν 22 σύντροφοι και συντρόφισσες, οι οποίοι βρέθηκαν στο πάτωμα με στραμμένες τις κάννες των περιστρόφων των μπάτσων στα κεφάλια τους. Την ίδια στιγμή τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης αρχίζουν να μεταδίδουν ότι «εξαρθρώθηκε τρομοκρατική οργάνωση αντιεξουσιαστών, μετά από είσοδο της αστυνομίας σε γιάφκα», ότι «στη γιάφκα βρέθηκαν όπλα και εκρηκτικά» και ότι «πρόκειται για μια μεγάλη επιτυχία της ΕΛ.ΑΣ». Μέσα σε λίγη ώρα, κι ενώ οι κλούβες της αστυνομίας μεταφέρουν τους συντρόφους και τις συντρόφισσες στη ΓΑΔΑ, ομάδα περίπου 100 συντρόφων επιτίθεται στους ασφαλίτες που είχαν μείνει να φρουρούν το χώρο του στεκιού, αναγκάζοντάς τους να κλειδωθούν μέσα και αναποδογυρίζοντας τα υπηρεσιακά αυτοκίνητα που είχαν σταθμεύσει απ’ έξω. Αργότερα, άλλοι 42 σύντροφοι και συντρόφισσες επιλέγουν να καταλάβουν το δημαρχείο του Κερατσινίου, σε ένδειξη αλληλεγγύης στους 22 του Ρεσάλτου. Οι αστυνομικές δυνάμεις σπεύδουν στο δημαρχείο και προετοιμάζουν εισβολή, παρά το γεγονός ότι δεκάδες κάτοικοι του Κερατσινίου αλλά και δημοτικοί σύμβουλοι έχουν αποκλείσει την είσοδο, προκειμένου να μην επιτρέψουν τη σύλληψη των καταληψιών. Οι δολοφόνοι του Χρυσοχοΐδη, έχοντας λάβει τις περίφημες εντολές για «μηδενική ανοχή», συγκρούονται με τους κατοίκους και εισβάλλουν στο δημαρχείο, συλλαμβάνοντας και τους 42 συντρόφους και συντρόφισσες. Η συνολική προληπτική «συγκομιδή» του Χρυσοχοΐδη έφτασε αισίως τους 64 αναρχικούς και αναρχικές μέσα σε ένα βράδυ.

Το επόμενο πρωί, τα ΜΜΕ μας «αποκάλυψαν» σε τι συνίσταντο τα «όπλα και τα εκρηκτικά» που βρέθηκαν στο Ρεσάλτο: άδεια μπουκάλια μπύρας, σημαίες, αντιασφυξιογόνες μάσκες και «εύφλεκτο υλικό». Αργότερα, θα μάθουμε ότι το περιβόητο εύφλεκτο υλικό δεν ήταν παρά φωτιστικό πετρέλαιο που χρησιμοποιείται ως καύσιμο της θερμάστρας του στεκιού. Η ηγεσία του Υπουργείου, μπροστά στον επαπειλούμενο εξευτελισμό της, σπεύδει να διαρρεύσει στον Τύπο ότι «Η έφοδος στο Ρεσάλτο στηρίχτηκε σε πληροφορίες για οργάνωση επίθεσης σε κρατικό κτήριο». Τα προσχήματα όμως είναι αδυνατόν να σωθούν, ειδικά αφού κάτοικοι του Κερατσινίου και των γύρω περιοχών παρεμβαίνουν στα ΜΜΕ και αποκαθιστούν την αλήθεια: το Ρεσάλτο είναι ανοιχτό αντιεξουσιαστικό στέκι που λειτουργεί στην περιοχή και διοργανώνει δεκάδες εκδηλώσεων, (για τους μετανάστες, για τα εργατικά ατυχήματα στη ζώνη του Περάματος, για την αλληλεγγύη σε διωκόμενους/ες αγωνιστές, για τους έμφυλους διαχωρισμούς κ.α.). Πανικόβλητοι οι επίδοξοι διαμορφωτές μιας ανώδυνης για την εξουσία «κοινής γνώμης» αρχίζουν να ιδρώνουν στα παράθυρά των δελτίων και να μασάνε τα λόγια τους, για άλλη μια φορά έκθετοι στα μάτια όλων. Η «γιάφκα» είναι ανοιχτό αντιεξουσιαστικό στέκι, τα «εκρηκτικά» είναι το πετρέλαιο της σόμπας, τα «όπλα» είναι οι σημαίες και τα άδεια μπουκάλια.

Παρόλα αυτά, οι 22 σύντροφοι και συντρόφισσες από το Ρεσάλτο παραπέμπονται στον εισαγγελέα με κατηγορίες κακουργηματικού χαρακτήρα, που αφορούν τη «σύσταση συμμορίας» και την «κατοχή και προμήθεια εκρηκτικών υλών», ενώ οι 42 σύντροφοι και συντρόφισσες από το δημαρχείο του Κερατσινίου παραπέμπονται κατηγορούμενοι/ες για έξι πλημμελήματα. Είναι σαφές ότι η επιχείρηση της αστυνομίας προέκυψε από μία απλούστατη ανάγκη του Κράτους και των αφεντικών: να τελειώνουν με τους αναρχικούς και τις αναρχικές, με τους εξεγερμένους και τις εξεγερμένες, με τους αντιστεκόμενους και τις αντιστεκόμενες. Να διασπείρουν το φόβο και τον πανικό σε όσους και όσες έχουν την πρόθεση να συμμετάσχουν στις πορείες που είχαν καλεστεί για τις 6/12 και τις 7/12. Να διαφυλάξουν τα κεκτημένα τους από την οργή που ξεσπάει και αφορά μόνο αυτούς.

Και πάλι, δεν υπολόγισαν καλά: οι πορείες των επόμενων ημερών ήταν όχι μόνο μαζικές αλλά και ξεκάθαρα επιθετικές απέναντι στο στρατό κατοχής των πόλεων που καθοδηγείται από τον Χρυσοχοΐδη. Οι προθέσεις και οι πράξεις των διαδηλωτών προκάλεσαν την οργή του γελοίου Υπουργού της καταστολής, ο οποίος και διέταξε τους δολοφόνους υπαλλήλους του να μην δείξουν έλεος. Έτσι, εποχούμενοι μπάτσοι της ομάδας Δ, εφόρμησαν πατώντας πεζούς διαδηλωτές (σε μία περίπτωση μάλιστα στέλνοντας μία αγωνίστρια 61 ετών στο νοσοκομείο σε σοβαρή κατάσταση), άλλοι συνάδελφοί τους τράβηξαν τα περίστροφά και κυνήγησαν διαδηλωτές, ενώ σε άλλες περιπτώσεις πυροβόλησαν με πλαστικές σφαίρες κατά μαθητών. Οι προληπτικές προσαγωγές ξεπέρασαν τις 500 μόνο στην Αθήνα, ενώ σε όλη τη χώρα εκδηλώνονταν πράξεις αλληλεγγύης στους συλληφθέντες και τους διωκόμενους.

Εμείς, ως άνθρωποι που επιλέξαμε να λειτουργούμε ένα ανοιχτό αντιεξουσιαστικό στέκι, ως άνθρωποι που επιλέξαμε την αδιαπραγμάτευτη σύγκρουση με τον κόσμο της εκμετάλλευσης και της καταπίεσης, αυτοοργανώνοντας τις ανάγκες και τις επιθυμίες μας, παρεμβαίνοντας για όποιο θέμα μας αφορά χωρίς να υπακούμε στις ντιρεκτίβες των κομματικών μηχανισμών, χωρίς να επιτρέπουμε σε εκείνους που μας εκμεταλλεύονται να καθορίσουν για εμάς τα όρια της νομιμότητας και της παρανομίας, έχουμε να διαμηνύσουμε στον Υπουργό, στους προκατόχους και τους διάδοχούς του τα εξής:

Είμαστε οι χιλιάδες που έχουν συστήσει συμμορία, με σκοπό την καταστροφή του κόσμου που σας θρέφει και σας συντηρεί.

Είμαστε οι χιλιάδες που επιτιθέμεθα στα ιερά σύμβολα της ασέλγειάς σας πάνω στην κοινωνία.

Είμαστε οι χιλιάδες που «αμαυρώνουμε την μνήμη» του περυσινού σας φόβου.

Είμαστε οι χιλιάδες που δημιουργούμε από κοινού την όψη του σημερινού σας φόβου.

Είμαστε χιλιάδες, είμαστε ανυποχώρητοι/ες και συνεχώς πληθαίνουμε.


ΚΑΜΙΑ ΔΙΩΞΗ ΣΤΟΥΣ 64 ΣΥΛΛΗΦΘΕΝΤΕΣ ΤΟΥ ΚΕΡΑΤΣΙΝΙΟΥ

ΚΑΜΙΑ ΔΙΩΞΗ ΣΤΟΥΣ ΣΥΛΛΗΦΘΕΝΤΕΣΤΩΝ ΠΟΡΕΙΩΝ ΤΗΣ 6ης και 7ης ΔΕΚΕΜΒΡΗ

ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ-ΑΥΤΟΟΡΓΑΝΩΣΗ-ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ

Πίσω στο σπίτι μας; Ούτε με σφαίρες, ούτε με βιτριόλι, ούτε με χειροβομβίδες

Στις 24 Φλεβάρη και ενώ στο στέκι μεταναστών στον πεζόδρομο της Τσαμαδού στα Εξάρχεια διεξάγεται συζήτηση για τους στρατιωτικούς εξοπλισμούς, καλεσμένη από την οργάνωση Αντιρρησίες Συνείδησης, άγνωστοι προσπαθούν να ρίξουν χειροβομβίδα στο εσωτερικό του χώρου όπου εξελίσσεται η εκδήλωση. Η χειροβομβίδα δεν πέφτει στο εσωτερικό του στεκιού, μιας και δεν σπάει το διπλό τζάμι του παραθύρου και εκρήγνυνται σε ένα παρτέρι στον πεζόδρομο της Τσαμαδού το οποίο διαλύει. Από το ωστικό κύμα και τα θραύσματα σπάζονται αρκετές τζαμαρίες και γίνεται διάτρητη η πρόσοψη του απέναντι καφενείου. Αν η χειροβομβίδα έπεφτε στο εσωτερικό του στεκιού μεταναστών σήμερα θα μιλάγαμε για πολλούς νεκρούς και τραυματίες.

Τα σενάρια και οι υποθέσεις θα μπορούσαν να γεμίσουν χιλιάδες σελίδες. Θα μπορούσαν να είναι πράκτορες της ΕΥΠ μέχρι χρυσαυγίτες και από κάποιον πορωμένο εθνικόφρονα καραβανά μέχρι μπάτσοι σε διατεταγμένη υπηρεσία ή από «δική τους πρωτοβουλία». Τα παραπάνω σενάρια έχουν το καθένα την δικιά του σημασία και ερμηνεία. Έτσι κι αλλιώς χτυπήματα σαν αυτό σπέρνουν την σύγχυση στην κοινωνία και ενδυναμώνουν το ιδεολόγημα της ασφάλειας μέσω των ΜΜΕ που, μιλώντας για μία ανεξέλεγκτη εμπόλεμη κατάσταση στο κέντρο της πόλης, σπέρνουν το φόβο και κραυγάζουν για ένταση του ελέγχου και της καταστολής στη περιοχή των Εξαρχείων και όχι μόνο. Όμως όποιος και να πέταξε τη χειροβομβίδα, πέρα από το αυτονόητο, δηλαδή να σκοτώσει και να τρομοκρατήσει, με αυτήν την ενέργεια συνέβαλε στην αναβάθμιση του επιπέδου της έντασης και της βίας: Επιχειρείται έτσι να απογυμνωθεί η αντιπαράθεση με το κράτος και τα αφεντικά από τα κοινωνικά χαρακτηριστικά της και να μεταφερθεί από τους δρόμους, όπου διαχύθηκε η κοινωνική εξέγερση του Δεκέμβρη, σε ένα αποκλειστικά μιλιταριστικό επίπεδο. Ένα επίπεδο δηλαδή, όπου από τη μία η υλική υπεροχή του κράτους είναι δεδομένη, ενώ από την άλλη η υπεροπλία του αυτή, εύκολα μπορεί να χρησιμοποιηθεί, με την κάλυψη της ρητορικής της δημοκρατίας που επικαλείται τη διατήρηση της κοινωνικής ειρήνης που κινδυνεύει.

Με αυτό τον τρόπο ανοίγεται ένα πεδίο καταστολής –με κάθε μέσο– ενάντια σε όσους εξεγείρονται. Ενάντια σε αυτούς που βγήκανε στο δρόμο το Δεκέμβρη. Αυτούς που συχνάζουν σε μια από τις πιο πολιτικοποιημένες περιοχές της Αθήνας, τα Εξάρχεια (δεν είναι καθόλου τυχαίο το μέρος το οποίο επιλέγει για την ρίψη της χειροβομβίδας), τα οποία αποτέλεσαν την καρδιά των εξεγερσιακών γεγονότων που ακολούθησαν την δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου. Αυτούς που ο καθένας με τον τρόπο του συμμετείχε στην εξέγερση. Αυτούς που στόχευσαν οι σφαίρες του κράτους και το βιτριόλι των αφεντικών. Όλους εμάς που αρνούμαστε να δεχτούμε την καταπίεση, την εκμετάλλευση και την τρομοκρατία σαν όρο ζωής.

Στο δρόμο να σπάσουμε τον τρόμο.

Στα ματιά βιτριόλι-σφαίρες και χειροβομβίδες στο ψαχνό, τον πόλεμο τον ζούμε κάθε μέρα εδώ.

Η αλληλεγγύη το όπλο των λαών, πόλεμο στον πόλεμο των αφεντικών.